- γιαγέρνω
- και διαγέρνω1. επιστρέφω2. κατευθύνομαι3. διαβαίνω, περνώ4. πέφτω5. αλλάζω γνώμη6. επιστρέφω κάτι ή τό ξαναβάζω στη θέση του7. ανασηκώνω κάτι8. εγείρω, προκαλώ κάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. γιαγέρνω < διαγέρνω < διεγείρω (πρβλ. για < δια).
Dictionary of Greek. 2013.